Ιγμορίτιδα: Ποια είναι τα συχνότερα συμπτώματα; Πώς αντιμετωπίζεται;
Η ιγμορίτιδα είναι μια από τις πιο συχνές παθήσεις. Πλήττει παιδιά και ενήλικες, πολλές φορές για μερικές ημέρες αλλά συχνά με υποτροπές που ταλαιπωρούν τους ασθενείς για μήνες ή και χρόνια.
Ιγµορίτιδα είναι η φλεγµονή των ιγµορείων, τα οποία αποτελούν µέρος των παραρρίνιων κόλπων του προσώπου. Εκτός από τα ιγµόρεια οι υπόλοιποι παραρρίνιοι κόλποι είναι: oι µετωπιαίοι, ο σφηνοειδής και οι ηθµοειδείς κυψέλες. Όταν αυτοί για διάφορους λόγους φλεγµαίνουν, τότε δηµιουργούνται οι παραρρινοκολπίτιδες, µε συχνότερη από όλες την ιγµορίτιδα.
Κυρίως την οξεία και τη χρόνια. Η οξεία ιγμορίτιδα αποτελεί μια πολύ συχνή ασθένεια που συνήθως παρατηρείται µετά από ιογενή ή μικροβιακή λοίµωξη του ανωτέρου αναπνευστικού και διαρκεί συνήθως λίγες μέρες.
Χρόνια χαρακτηρίζουµε την ιγµορίτιδα όταν η φλεγµονή και τα προβλήµατα γενικότερα επιµένουν για πάνω από τρεις µήνες.
Οταν τα συµπτώµατα κρατούν από 4 έως 12 εβδοµάδες, τότε πρόκειται για υποξεία ιγµορίτιδα.
Η ρινική συµφόρηση (βουλωμένη μύτη) και οι βλεννώδεις ή πυώδεις εκκρίσεις είναι µερικά από τα συµπτώµατα. Να σηµειωθεί ότι είναι χειρότερο να µην υπάρχουν εκκρίσεις, γιατί αυτό δείχνει ότι δεν παροχετεύεται το ιγµόρειο µέσα στη µύτη.
Άλλα συµπτώµατα που µπορεί να έχει ο ασθενής είναι οπισθορινικές εκκρίσεις, πονοκέφαλος, βήχας και έντονος πόνος ο οποίος εντοπίζεται στις παρειές του προσώπου και µερικές φορές αντανακλά στο µάτι ή ακόµα και σε κάποιο δόντι, επειδή τα δόντια της άνω γνάθου συνορεύουν µε το ιγµόρειο.
Ιδίως στη χρόνια ιγµορίτιδα παρουσιάζονται συχνοί πονοκέφαλοι με το χαρακτηριστικό ότι ο πόνος χειροτερεύει µε το σκύψιµο, µε το βήχα, µε οποιαδήποτε δηλαδή σωµατική άσκηση ή πίεση. Αυτός ο πονοκέφαλος διαφέρει από την ημικρανία. Ακόµα µπορεί να επηρεαστεί και η όσφρηση δηµιουργώντας υποσµία ή ανοσµία, επειδή η µύτη είναι «µπουκωµένη» και ο αέρας δε φθάνει στο οσφρητικό επιθήλιο. Γενικότερα οι ασθενείς που υποφέρουν από ιγµορίτιδα µπορεί να αισθάνονται και κακουχία.
Η συνήθης πορεία είναι ως εξής: µετά από ένα κοινό κρυολόγηµα, από µια ιογενή ρινίτιδα δηλαδή, εµφανίζονται βλεννώδεις και πυώδεις εκκρίσεις, πονοκέφαλος, πόνος στο πρόσωπο κλπ. Εάν όλα αυτά τα συµπτώµατα διαρκούν πάνω από κάποιες µέρες και ο ασθενής εξακολουθεί να µην αισθάνεται καλά, τότε πρέπει να απευθυνθεί στον ωρλ γιατί εάν η ιγµορίτιδα είναι βακτηριδιακή (µικροβιακή) χρειάζεται θεραπεία.
Συνήθως η ιγµορίτιδα είναι συνέπεια της ρινίτιδας. Δε µπορεί να υπάρξει ιγµορίτιδα χωρίς ρινίτιδα. Το αντίθετο µπορεί να συµβεί.
Τα συµπτώµατα της ιγμορίτιδας πράγματι µοιάζουν µε αυτά του κρυολογήµατος. Συνήθως όµως το κρυολόγηµα κάνει έναν κύκλο, ξεκινώντας µε µπούκωµα στη µύτη και καταρροή καθαρής βλέννας. Στην πορεία τελικά τα συµπτώµατα υποχωρούν. Όταν όµως οι εκκρίσεις είναι βλεννώδεις, πυώδεις ή δύσοσµες, όταν ο ασθενής έχει οπισθορρινικές εκκρίσεις ή «βάρος» στο πρόσωπο, βήχα και νιώθει κακουχία και αν όλα αυτά επιµένουν για µέρες, τότε πρέπει οπωσδήποτε να απευθυνθεί στον ωτορινολαρυγγολόγο.
Συνήθως η διάγνωση είναι κλινική. Παλαιότερα χρησιµοποιούσαμε πάρα πολύ τις ακτινογραφίες στους παραρρινίους κόλπους, τώρα πια όµως αυτός ο τρόπος διάγνωσης έχει εγκαταλειφθεί. Τώρα πλέον η διάγνωση γίνεται µε τα ενδοσκοπικά ωτορινολαρυγγολογικά µηχανήµατα. Μ’ ένα πολύ μικρό ενδοσκόπιο ο ωρλ έχει τη δυνατότητα να δει όλη τη µύτη, αν εκεί αναβλύζει πύον, αν υπάρχει οποιαδήποτε ανωµαλία, όπως σκολίωση διαφράγµατος, πολύποδες, κρεατάκια ή µια χρόνια ρινίτιδα και να διαπιστώσει αν υπάρχει ιγµορίτιδα ή όχι.
Όταν πρόκειται για ιογενή ιγµορίτιδα η θεραπεία είναι κυρίως υποστηρικτική. Προσπαθούµε να αποσυµφορήσουµε τη µύτη µε τοπικά σπρέι, κάνουµε ρινικές πλύσεις µε αλατούχα διαλύµατα, εισπνοές ατµού, παίρνουµε βιταµίνες, κάνουµε δηλαδή ό,τι θα κάναµε για να αντιµετωπίσουµε ένα κοινό κρυολόγηµα.
Όταν όµως έχουµε διαγνωσµένη βακτηριδιακή, έχουµε δηλαδή µικροβιακή ιγµορίτιδα, πρέπει οπωσδήποτε να γίνουν δύο πράγµατα. Το πρώτο είναι να καταπολεµηθεί το µικρόβιο µε αντιβίωση και το δεύτερο να αποσυµφορηθεί η µύτη, να µειωθεί δηλαδή το πρήξιμο, έτσι ώστε να «ανοίξει» η µύτη, να ανοίξει το στόµιο του ιγµορείου και να γίνεται φυσιολογικά η παροχέτευση των υγρών.
Ανάλογα µε την αντιβίωση, από 7 έως 14 ηµέρες. Η ιγμορίτιδα είναι η πέμπτη κυριότερη αιτία για την οποία συνταγογραφούνται αντιβιοτικά στους ενηλίκους!
Χωρίζονται σε δυο κύριες κατηγορίες, τα αποσυµφορητικά και τα κορτιζονούχα. Τα πρώτα είναι καλά για ένα µικρό χρονικό διάστηµα, επειδή βοηθούν να «ανοίξει» γρήγορα η µύτη. Απαγορεύεται όμως η χρόνια χρήση του. Υπάρχουν άνθρωποι που έρχονται στον ωρλ έχοντας υποστεί εθισµό σε αυτά τα σπρέι, µε αποτέλεσµα εάν δεν τα χρησιµοποιήσουν η µύτη τους να µην ανοίγει διαφορετικά. Αντίθετα τα κορτιζονούχα σπρέι δεν προκαλούν εθισµό, ούτε φαρµακευτική ρινίτιδα, όπως πιστεύει ο κόσµος. Τα αποτελέσµατά τους βέβαια δεν είναι τόσο άµεσα, η δράση τους παρουσιάζεται µετά από κάποιες μέρες και δρουν θεραπευτικά. Είναι δοκιμασμένα και ασφαλή εδώ και δεκαετίες.
Χειρουργείο μπορεί να συµβεί όταν ο ασθενής πάσχει από χρόνια ιγµορίτιδα. Εάν έχει εξαντληθεί η φαρμακευτική αγωγή χωρίς αποτέλεσµα, τότε σαφώς υπάρχει ένδειξη χειρουργείου. Πλέον µε την εξέλιξη των ενδοσκοπίων, οι επεµβάσεις γίνονται ενδοσκοπικά. Η τεχνική λέγεται Λειτουργική Ενδοσκοπική Χειρουργική των παραρρινίων κόλπων. Γίνεται με απόλυτη ασφάλεια, αναίµακτα και χωρίς καµία εξωτερική τοµή στο πρόσωπο. Όλα γίνονται μέσα από τη μύτη!
Το χειρουργείο αυτό έχει µεγάλο ποσοστό επιτυχίας το οποίο φθάνει στο 90%, αρκεί να γίνει από έναν έμπειρο χειρουργό ΩΡΛ.
Η οξεία ιγμορίτιδα µπορεί να γίνει επικίνδυνη για τη ζωή με σοβαρές επιπλοκές. Εάν η φλεγµονή επεκταθεί, µπορεί να πάει προς το μάτι προκαλώντας ακόµα και τύφλωση, µπορεί επίσης να δηµιουργήσει µηνιγγίτιδα ή και αποστήµατα στον εγκέφαλο. Όλα αυτά βέβαια είναι εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις. Για όλους αυτούς τους λόγους, χρειάζεται παρακολούθηση από ειδικό ΩΡΛ.
Καρκατζούλης Γεώργιος
Χειρουργός Ωτορινολαρυγγολόγος
https://www.karkatzoulisorl.gr/